Προηγμένες τεχνολογίες και επιπτώσεις στην απασχόληση

Ο Νταρόν Ατσέμογλου (Daron Acemoglu) είναι Αμερικάνος καθηγητής Οικονομικών στο ΜΙΤ. Στο ελληνικό κοινό είναι πιο γνωστός για το βιβλίο που έγραψε με τον Τζέιμς Ρόμπινσον (James A. Robinson), «Γιατί αποτυγχάνουν τα έθνη» (εκδ. Λιβάνης, 2013).

Ο Ατσέμογλου, όμως, και η ερευνητική του ομάδα, ασχολούνται συστηματικά τα τελευταία χρόνια με τη μελέτη της εισαγωγής των προηγμένων τεχνολογιών στην παραγωγή και τις επιπτώσεις της στην ανθρώπινη εργασία. Στον όρο προηγμένες τεχνολογίες περιλαμβάνονται η εξελιγμένη ρομποτική, η τεχνητή νοημοσύνη (ΤΝ), οι συσκευές ειδικού σκοπού, το εξειδικευμένο λογισμικό, το υπολογιστικό νέφος (cloud computing) κλπ.

Σε πρόσφατες δημοσιεύσεις του ιδίου και της ομάδας του θα συναντήσουμε μερικά πολύ ενδιαφέροντα ευρήματα από τη μελέτη της εισαγωγής αυτών των τεχνολογιών στην αμερικανική βιομηχανία τα τελευταία λίγα χρόνια. Ως πιο σημαντικά θα παραθέσουμε τα παρακάτω:

  • Το ποσοστό των εταιρειών που υιοθετεί τις εξελιγμένες νέες τεχνολογίες παραμένει χαμηλό για την ΤΝ και τη ρομποτική (3,2% και 2% των επιχειρήσεων, αντίστοιχα), ενώ αυξάνεται στο 19,6% για μηχανές και εργαλεία ειδικού σκοπού και 40,2% για το εξειδικευμένο λογισμικό, αντίστοιχα.
  • Η εισαγωγή των συγκεκριμένων τεχνολογιών αφορά κατά κύριο λόγο στις μεγάλες επιχειρήσεις.
  • Οι επιχειρήσεις στις οποίες εισάγονται οι εξελιγμένες τεχνολογίες ήταν εξαρχής μεγάλες και με υψηλότερους ρυθμούς ανάπτυξης από εκείνες που δεν εισάγουν, ήδη πριν να ενταθούν οι ρυθμοί εισαγωγής των τεχνολογιών.
  • Ένα μεγάλο ποσοστό της ανθρώπινης εργασίας εκτίθεται στις πιθανές συνέπειες της εισαγωγής. Ενδεικτικά, το 12-64% των Αμερικάνων εργατών (ανάλογα με τη θέση εργασίας) και το 22-72% των Αμερικάνων βιομηχανικών εργατών.
  • Ένα μεγάλο ποσοστό των επιχειρήσεων που υιοθετούν τις εξελιγμένες τεχνολογίες -30% για το εξειδικευμένο λογισμικό και 65% για την ρομποτική- αναφέρουν ότι το κάνουν για λόγους αυτοματοποίησης, δηλαδή μείωσης του κόστους παραγωγής δια της μείωσης του αριθμού των εργαζομένων. Αυτό σημαίνει ότι η ανθρώπινη εργασία απειλείται ευθέως, καθώς σε αυτές τις επιχειρήσεις απασχολείται το 30,4% των εργατών και το 52% των βιομηχανικών εργατών στις ΗΠΑ.
  • Οι επιχειρήσεις που εισάγουν τις τεχνολογίες δηλώνουν ότι αυξάνεται η ζήτησή τους για προσωπικό με νέες δεξιότητες αλλά όχι απαραίτητα η συνολική ζήτηση για εργαζόμενους. Έτσι, η δυναμική της απασχόλησης δεν διαφοροποιείται ανάμεσα σε όσες εισάγουν και σε εκείνες που δεν εισάγουν εξελιγμένες τεχνολογίες, σε σχέση με το διάστημα πριν την είσοδο αυτών.

Πηγές:

Acemoglu, Daron & Anderson, Gary & Beede, David & Buffington, Catherine & Childress, Eric & Dinlersoz, Emin & Foster, Lucia & Goldschlag, Nathan & Haltiwanger, John & Kroff, Zachary & Restrepo, Pascual & Zolas, Nikolas. (2023). Advanced Technology Adoption: Selection or Causal Effects?. AEA Papers and Proceedings. 113. 210-214. 10.1257/pandp.20231037.

Acemoglu, D., Anderson, G. W., Beede, D. N., Buffington, C., Childress, E., Dinlersoz, E., Foster, L., Goldschlag, N., Haltiwanger, J., Kroff, Z., Restrepo, P., & Zolas, N. (2022). Automation and the workforce: A firm-level view from the 2019 Annual Business Survey (No. w30659). National Bureau of Economic Research.

Πρότυπα παγκόσμιας εκβιομηχάνισης

του Kaoru Sugihara

μετάφραση: Θεόδωρος Ντρίνιας

Ο Kaoru Sugihara (1948-), καθηγητής Οικονομικής Ιστορίας στο Πανεπιστήμιο του Κυότο στην Ιαπωνία, και από τις σπουδαίες μορφές του συγκεκριμένου επιστημονικού πεδίου παγκοσμίως, έχει αφιερώσει μεγάλο μέρος της ερευνητικής του δουλειάς στο να αποτυπώσει το διαφορετικό μονοπάτι εκβιομηχάνισης και οικονομικής ανάπτυξης που ακολούθησαν οι χώρες της Ανατολικής Ασίας, ήδη από το 19ο αιώνα (ίσως και παλαιότερα) σε σύγκριση με το Δυτικό αντίστοιχο, και το οποίο, με περιόδους υφέσεων και εξάρσεων, οδήγησε τη συγκεκριμένη περιοχή του κόσμου να μετατραπεί σταδιακά, με αποκορύφωμα την τελευταία 30ετία, σε επίκεντρο της παγκόσμιας παραγωγής. Συνεχίζοντας τη θεωρητική συμβολή μεγάλων Ιαπώνων μελετητών, όπως ο Akira Hayami (1929-2019), παρακολουθεί πώς αυτό το μονοπάτι χαράκτηκε από την εξελικτική επιλογή της επανάστασης της μανιφακτούρας (industrious revolution-φαινόμενο εντάσεως εργασίας) για την περιοχή της Ανατολικής Ασίας, σε συγχρονία (αλλά και αντίθεση) με τη βιομηχανική επανάσταση (industrial revolution-φαινόμενο εντάσεως κεφαλαίου) που ακολούθησε η Δύση. Το παρακάτω απόσπασμα βρίσκεται στη μελέτη του Sugihara, «The East Asian path of economic development: a longterm perspective», κεφάλαιο στο συλλογικό τόμο «The Resurgence of East Asia. 500, 150 and 50 year perspectives», που εκδόθηκε το 2003 από τις εκδόσεις RoutledgeCurzon (Λονδίνο).

Θ. Ντ.

Πρότυπα παγκόσμιας εκβιομηχάνισης

Με βάση τη συμβατική αντίληψη περί της παγκόσμιας εξάπλωσης της εκβιομηχάνισης, κατά τη διάρκεια του πρώτου μισού του 19ου αιώνα η Βρετανία μετατράπηκε στο παγκόσμιο εργαστήριο, ενώ ο υπόλοιπος κόσμος κατέληξε να εξειδικεύεται στην εξαγωγή πρώτων υλών και ακατέργαστων προϊόντων. Οι χώρες της ηπειρωτικής Ευρώπης, καθώς και οι τότε πρόσφατες αποικίες των Ευρωπαίων, υποστηρίζεται ότι επέτυχαν την εκβιομηχάνιση μαθαίνοντας τις νέες τεχνολογίες και/ή εισάγοντας κεφάλαιο, εργατική δύναμη και μηχανές με τα κέρδη από τις εξαγωγές. Στην ηπειρωτική Ευρώπη, οι παλαιοί φραγμοί στο εμπόριο και στη μετάδοση της γνώσης σταδιακά υποχώρησαν και ένα διεθνές καθεστώς το οποίο θα διευκόλυνε, παρά θα εμπόδιζε, την εξάπλωση της εκβιομηχάνισης αναδύθηκε. Η δημιουργία της Τελωνειακής Ένωσης στη Γερμανία το 1834 και η υιοθέτηση του κανόνα του χρυσού από μια σειρά χωρών της Δυτικής Ευρώπης στα τέλη του 19ου αιώνα ήταν κάποιες από αυτές τις κινήσεις.

Συνεχίστε την ανάγνωση του «Πρότυπα παγκόσμιας εκβιομηχάνισης»

Κυκλοφόρησε το βιβλίο του Θεόδωρου Ντρίνια «Σκολιά οδός»

2021.10.27 - Ντρίνιας - Σκολιά οδός - Εξώφυλλο.jpg

Κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις Opportuna το βιβλίο του Θεόδωρου Ντρίνια
«Σκολιά οδός. Διαδρομές και όρια της σύγχρονης παγκοσμιοποιητικής διαδικασίας» (σελ. 280).

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ
ΕΙΣΑΓΩΓΗ

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 1
Σημειώσεις για την παγκοσμιοποιητική διαδικασία: Μια εξελικτική οπτική
1.1 Παγκοσμιοποίηση και πολυπλοκότητα
1.2 Η εξελικτική θεωρητική επιλογή
1.3 Εξελικτικά επιτεύγματα και σύγχρονη κοινωνία
1.4 Εξέλιξη των ιδεών και σημασιολογία

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 2
Οι τρεις διαστάσεις της παγκοσμιοποίησης
2.1 Περί «τέλους»
2.2 Το τέλος της παγκοσμιοποίησης όπως τη γνωρίσαμε
2.2.1 Η ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΔΙΑΣΤΑΣΗ
2.2.2 Η ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΔΙΑΣΤΑΣΗ
2.2.2.1 Η ΕΘΝΙΚΗ ΔΙΑΣΤΑΣΗ ΤΗΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΚΡΙΣΗΣ
2.2.2.2 Η ΓΕΩΠΟΛΙΤΙΚΗ ΔΙΑΣΤΑΣΗ ΤΗΣ ΠΟΛΙΤΙΚΗΣ ΚΡΙΣΗΣ
2.2.3 Η ΚΟΙΝΩΝΙΚΟΠΟΛΙΤΙΣΜΙΚΗ ΔΙΑΣΤΑΣΗ

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 3
Παγκοσμιοποίηση και Covid-19

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 4
Ιχνηλατώντας μελλοντικά μονοπάτια της παγκοσμιοποίησης
4.1 Η παγκοσμιοποίηση δεν «τελειώνει» εύκολα
4.2 Σε αναζήτηση διεθνούς ηγεμονικής δύναμης
4.3 Η στροφή προς την περιφερειοποίηση
4.4 Όψεις του τεχνολογικού μετασχηματισμού τον 21ο αιώνα

ΚΕΦΑΛΑΙΟ 5
Εν κατακλείδι

Απόσπασμα από το βιβλίο:

[…] Η ορμή της τρίτης παγκοσμιοποίησης, της αποκαλούμενης και νεοφιλελεύθερης, έχει ήδη εξαντληθεί, πρωτίστως στην οικονομική και πολιτική της διάσταση. Όσοι υποστηρίζουν το αντίθετο, εκφράζουν τους ευσεβείς τους πόθους˙ χωρίς να το αντιλαμβάνονται, έχουν γίνει ήδη «συντηρητικοί» και αναπολούν τις «παλιές καλές μέρες». Οι τάσεις αντιστροφής της εκτατικής της φάσης και τοπικού ή περιφερειακού αναπροσανατολισμού είναι εμφανείς, όπως και εκείνες της επανισχυροποίησης της εθνοκρατικής πολιτικής. Εντούτοις, το επίπεδο πλανητικής διασύνδεσης και αλληλεξάρτησης βαρυνόντων λειτουργικών υποσυστημάτων παραμένει εξαιρετικά υψηλό (βλέπε διεθνές εμπόριο στην οικονομία), η κοινωνικοπολιτισμική διάσταση της παγκοσμιοποίησης διατηρείται ισχυρή, η μείωση της πολυπλοκότητας σε ορισμένους αρμούς της παγκοσμιοποιητικής κατασκευής (π.χ. διεθνείς αλυσίδες αξίας) συνοδεύεται από αύξηση της πολυπλοκότητας σε άλλους (π.χ. σχέσεις μεταξύ περιφερειακών ολοκληρώσεων), ενώ οι κίνδυνοι για αρκετούς κλάδους της παγκόσμιας οικονομίας αλλά και για τα τοπικά πολιτικά συστήματα πλειάδας χωρών από μια βίαιη απαγκίστρωση περιοχών από το πλανητικό παίγνιο, ουδόλως έχουν αποφευχθεί. […]

[… ] Η αναβάπτιση της αρχέγονης μαντικής τέχνης στα νάματα των πολύπλοκων στατιστικών μεθόδων και των εξελιγμένων αλγορίθμων δεν είναι ικανή να κρύψει την απορία της κοινωνίας μας μπροστά σε ένα μέλλον που είναι άγνωστο τι κραδαίνει και, εν πολλοίς, θα διαμορφωθεί από αποφάσεις που παίρνονται σήμερα και, συγχρόνως, σε πολλαπλά κοινωνικά πεδία. Η συγχρονία των αποφάσεων, οι περίπλοκες αιτιώδεις σχέσεις που αναπτύσσονται ανάμεσα σε αναρίθμητους παράγοντες και ο μεσο-μακροπρόθεσμος χαρακτήρας των συνεπειών τους δεν μας επιτρέπουν  να ορίσουμε με σαφήνεια (άρα, και με βεβαιότητα) ποιες συγκεκριμένες αποφάσεις και σε ποια πεδία θα επιδράσουν περισσότερο στη διαμόρφωση του μέλλοντος. Η σύγχρονη παγκοσμιοποιητική διαδικασία εισέρχεται σε μια φάση όχι γραμμικού προχωρήματος ούτε γραμμικής υποχώρησης, αλλά σκολιών διαδρομών. […]

Ο πόλεμος της καινοτομίας ΗΠΑ- Κίνας και ο συνειδητός (;) δευτεραγωνιστής

Σε προηγούμενη δημοσίευση είχαμε αναφερθεί στον πόλεμο της καινοτομίας που έχει ξεσπάσει μεταξύ Κίνας και Δύσης την τελευταία δεκαετία. Ασχοληθήκαμε περισσότερο με τις βαθιές διαφορές στα θεμέλια των δύο μοντέλων. Για να είμαστε, όμως, ακριβείς, ο «πόλεμος» αυτός αφορά κατά κύριο λόγο στην Κίνα και στις ΗΠΑ (και κάπως στην Ιαπωνία). Έχει επισημανθεί από αρκετούς -της Ευρωπαϊκής Επιτροπής συμπεριλαμβανομένης- η μεγάλη υστέρηση της Ευρώπης στο πεδίο της καινοτομίας, πόσω μάλλον στον εν εξελίξει «πόλεμο». Διάφορες ερμηνείες έχουν δοθεί για την κατάσταση αυτή: η ευρωπαϊκή γραφειοκρατία, η εξάρτηση της Έρευνας και Ανάπτυξης από τις δημόσιες χρηματοδοτήσεις, η πολιτική αμερημνησία, η μαλθακότητα του οικονομικού συστήματος, η κατάσταση της ανώτερης εκπαίδευσης, ο «κρατισμός» κ.ο.κ. Οι περισσότερες από τις ερμηνείες είναι, ανοιχτά ή καλυμμένα, ιδεολογικές. Πιο κοντά σε μια απάντηση θα βρεθούμε, αν μελετήσουμε σχηματικά το μοντέλο του καπιταλισμού που έχει αναπτυχθεί με τα χρόνια στις σημαντικότερες χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης.

Ο φιλελεύθερος καπιταλισμός της Δύσης (σε αντίθεση με τον πολιτικό καπιταλισμό της Κίνας και άλλων ανατολικών κρατών) έχει αναπτύξει με τα χρόνια τη δική του διαφοροποίηση σε φιλελεύθερες οικονομίες της αγοράς και συντονισμένες οικονομίες της αγοράς. Στις φιλελεύθερες οικονομίες της αγοράς ανήκουν κυρίως οι αγγλοσαξωνικές χώρες, ενώ στις συντονισμένες οικονομίες της αγοράς η Γερμανία, οι Σκανδιναβικές χώρες, και άλλες αναπτυγμένες χώρες της βόρειας Ευρώπης (πιθανώς και η Ιαπωνία). Στις δεύτερες, επίσημοι θεσμοί (π.χ. κράτος, ενώσεις εργοδοτών, συνδικάτα, ενώσεις καταναλωτών, επιμελητήρια) παρεμβαίνουν και συντονίζουν τις σχέσεις των επιχειρήσεων με τους εργαζόμενους, τους προμηθευτές, τους καταναλωτές και τις πηγές χρηματοδότησης και συνεπώς ρυθμίζουν κατά κάποιο τρόπο την αγορά. Στις πρώτες, αντίθετα, το πρόβλημα του συντονισμού των επιχειρήσεων με τα παραπάνω μέρη επιλύεται πρωτίστως από τους μηχανισμούς της ίδιας της ελεύθερης αγοράς. Οι ευρωπαϊκές, λοιπόν, συντονισμένες οικονομίες, που είναι και οι πιο ισχυρές της Ε.Ε. (με ναυαρχίδα τη Γερμανία), είναι προσνατολισμένες περισσότερο στη σταδιακώς αναπτυσσόμενη καινοτομία (παρά στη ριζική), που επικεντρώνεται σε τομείς όπως ο μηχανολογικός εξοπλισμός, τα διαρκή καταναλωτικά αγαθά, οι κατασκευές και τα εργαλεία μεταφορών, και εικάζεται ότι θα δώσει νέα ώθηση στη βιομηχανική και κατασκευαστική τους παραγωγή με την έλευση του επερχόμενου τεχνοοικονομικού παραδείγματος, αναβαθμίζοντας το διεθνή παραγωγικό και οικονομικό τους ρόλο. Έχοντας διατηρήσει ένα υψηλό μερίδιο της εργασίας στο εθνικό εισόδημα, αποφεύγοντας το μαζικό κλείσιμο εργοστασίων και τη μαζική φυγή της παραγωγής στις αναπτυσσόμενες χώρες, συγκρατώντας στο έδαφός τους παραγωγικές δραστηριότητες υψηλής προστιθέμενης αξίας και συντηρώντας μηχανισμούς στήριξης και ενσωμάτωσης για τους ατυχήσαντες στην πρώτη, «επιθετική», φάση της παγκοσμιοποίησης, θεωρούν ότι θα «συντονίσουν» αποδοτικότερα την τάση επαναπατρισμού δραστηριοτήτων και την περιφερειοποίηση της παραγωγής, καθώς έχουν αναπτυγμένους προς τούτο εσωτερικούς και εξωτερικούς θεσμούς (π.χ. Ευρωπαϊκή Ένωση).

Λαμβάνοντας, λοιπόν, υπ’ όψιν, τη σημαντική αυτή ιδιομορφία ευμεγέθους τμήματος του ευρωπαϊκού καπιταλισμού, ο καθηγητής του ΜΙΤ, Daron Acemoglu (εκ των συγγραφέων του «Γιατί αποτυγχάνουν τα έθνη«) και οι συνεργάτες του, δίνουν μια πολύ ενδιαφέρουσα και προκλητική ερμηνεία περί μιας, εν πολλοίς, συνειδητής επιλογής δευτεραγωνιστή στον «πόλεμο της καινοτομίας», εκ μέρους των αναπτυγμένων οικονομικά ευρωπαϊκών κρατών. Η θεωρητική αιτιολόγηση αυτής της «βολικής» στάσης δευτεραγωνιστή, που υιοθετούν οι (ευρωπαϊκές) συντονισμένες οικονομίες στο πεδίο της καινοτομίας, έχει ως εξής: Χώρες, όπως οι ΗΠΑ, που η οικονομία τους είναι ισχυρά προσανατολισμένη στη διαρκή και ριζική τεχνολογική καινοτομία, είναι συνήθως χώρες υψηλής ανισότητας και λειψής κοινωνικής εξασφάλισης, καθώς τα κίνητρα προς τις ιδιωτικές επιχειρήσεις για την προώθηση της καινοτομίας υποχρεωτικά αναλώνουν τους πόρους για την εξασφάλιση. Οι χώρες αυτές κινούνται στα παγκόσμια ανώτατα τεχνολογικά όρια, εισφέροντας εντελώς δυσανάλογα στη διαμόρφωσή τους. Άλλες αναπτυγμένες χώρες μπορούν να εκμεταλλευτούν τη διάχυση των τεχνολογικών προχωρημάτων, εντός ενός τεχνολογικά αλληλεξαρτημένου κόσμου, και να διαφυλάξουν πόρους, οι οποίοι δημιουργούνται από την ανάπτυξη που προκαλεί ο τεχνολογικός μετασχηματισμός που προώθησαν οι πρωτοπόροι, ώστε να τους παροχετεύσουν σε πολιτικές  κοινωνικής εξασφάλισης και όρων ισότητας στο επιχειρείν. Επομένως, οι χώρες που ακολουθούν εκείνες που παράγουν τη ριζική καινοτομία, αν και λιγότερο εξελιγμένες τεχνολογικά και με μικρότερο κατά κεφαλήν εισόδημα, μπορούν να επιτύχουν υψηλότερους δείκτες ευημερίας. Αλληλεξάρτηση, λοιπόν, σημαίνει ότι η Σουηδία μπορεί να τροφοδοτήσει το εξισωτικό μοντέλο της στο βαθμό που οι ΗΠΑ διατηρούν το, κοινωνικά ανηλεώς, προσανατολισμένο στην καινοτομία δικό τους και, φυσικά, στο μέτρο που οι θετικές εξωτερικότητες της καινοτομίας μπορούν να «φτάσουν» σε αυτήν. [Βλέπε, ενδεικτικά, τη μελέτη Acemoglu, D., Robinson, J. A., & Verdier, T. (2017). Asymmetric growth and institutions in an interdependent world. Journal of Political Economy, 125(5), 1245-1305.].

Γνώμη μου είναι ότι αν η σύγκρουση ΗΠΑ και Κίνας ενταθεί, τότε θα απειληθεί σοβαρά το παραπάνω μοντέλο που έχουν κτίσει οι χώρες συντονισμένης οικονομίας. Ιδιαίτερα, αν γεωπολιτικοί λόγοι και λόγοι εθνικής ασφάλειας απλώσουν και εντείνουν το ρεύμα του τεχνο-εθνικισμού (δηλαδή, στρατηγικών που αποφέρουν δυσανάλογα οφέλη στις χώρες που τις προωθούν, προκρίνοντας αποκλειστικά την οικονομική και εθνική τους ασφάλεια, διαμέσου της ανάπτυξης των δικών τους τεχνολογικών δυνατοτήτων, σε ένα παιχνίδι μηδενικού αθροίσματος για τις υπόλοιπες χώρες), τότε η διάχυση των ριζικών καινοτομιών θα παρεμποδιστεί και η αίσθηση ασφάλειας που νιώθουν οι χώρες αυτές, κατά τη μεταβατική περίοδο στην οποία έχουμε εισέλθει, θα αποδειχθεί εντελώς εικονική και, σύντομα, θα πρέπει να κάνουν επώδυνες επιλογές που θα ανατρέψουν τη συνθήκη «αμεριμνησίας», με την οποία έχουν εξοικειωθεί, σχεδόν από το 1945 και μετά.


,

Δύση και Κίνα: Ο πόλεμος της καινοτομίας

Ολοένα και περισσότεροι αναλυτές μιλούν για τον «πόλεμο της καινοτομίας» που μαίνεται τα τελευταία χρόνια ανάμεσα στην Κίνα και στη Δύση. Πρακτικά, ο «πόλεμος» ξεκίνησε αμέσως μετά την κρίση του 2008, όταν η κινεζική ηγεσία κατέληξε στο συμπέρασμα ότι η χώρα της θα έχει άσχημο μέλλον, αν δεν πάψει να είναι το φτηνό εργοστάσιο του κόσμου που στηρίζεται στη χαμηλή τεχνολογία και την ένταση (φτηνής) εργασίας και δεν μετατρέψει τον μεταποιητικό της τομέα σε εντάσεως τεχνολογίας, εξασφαλίζοντας την ανεξαρτησία της από ξένους προμηθευτές και μετατρεπόμενη σε ηγέτιδα δύναμη παγκοσμίως σε μια σειρά τομέων υψηλής τεχνολογίας όπως: αεροδιαστημική, ρομποτική, βιοτεχνολογία, ηλεκτρικά οχήματα και αυτόνομη κίνηση, ημιαγωγοί κ.ά. Για το σκοπό αυτό, με κρατικά κατευθυνόμενες πρωτοβουλίες (π.χ. πρωτοβουλία «Made in China 2025»), η Κίνα αναμένεται να ξοδέψει μέχρι το 2025 1,4 τρισ. δολάρια. Στο επίκεντρο της διαμάχης για την καινοτομία, πέραν των ίδιων των τεχνολογικών προχωρημάτων που επιδιώκει η μία ή η άλλη δύναμη, βρίσκεται και το ζήτημα της πνευματικής ιδιοκτησίας, με την Κίνα να κατηγορείται με πολύ σκληρό τρόπο ότι προσπαθεί με κάθε μέσο (θεμιτό ή αθέμιτο) να αποκτήσει πρόσβαση σε υψηλή, καινοτόμα τεχνολογία.
Για να έχουμε πλήρη εικόνα του «πολέμου της καινοτομίας» μεταξύ Κίνας και Δύσης (και ιδιαίτερα, των ΗΠΑ), θα πρέπει να αντιληφθούμε τις βαθιές διαφορές στα θεμέλια των δύο μοντέλων. Το δυτικό μοντέλο στηρίζεται στην ατομιστική παράδοση του ανταγωνισμού και της προσωπικής προόδου, η οποία ευνοεί και προστατεύει διά νόμου τα δικαιώματα στην πνευματική ιδιοκτησία και την κατοχυρωμένη πατέντα και, συνεπώς, αποδίδει δυσανάλογα οφέλη σε όσους προηγούνται χρονικά στην καινοτομία, προσφέροντας έτσι κίνητρα για συνεχείς επινοήσεις και καινοτόμες πρακτικές ή προϊόντα. Εμποδίζει, βέβαια, τη συνεργασία μεταξύ των διαφόρων θεσμών που εμπλέκονται στην καινοτομία και τη διάχυσή της, καθώς το ανταγωνιστικό πνεύμα προηγείται κάθε άλλου. Το κινεζικό μοντέλο, αντίθετα, στηρίζεται στην κομφουκιανή παράδοση της ελεύθερης ροής της γνώσης (η οποία, συνεπώς, δεν έχει ατομικό παραγωγό ή ιδιοκτήτη) και σε μια νομική παράδοση όπου ο νόμος είναι η θέληση του κυρίαρχου (εν προκειμένω, του Κομμουνιστικού Κόμματος Κίνας) και προκρίνει το συλλογικό στόχο (όπως τον ερμηνεύει ο κυρίαρχος, φυσικά) έναντι του ατομικού και τις «σχεσιακές συμβάσεις» έναντι των «νομικών συμβάσεων» (contracts)˙ κοινώς, το πνεύμα του νόμου είναι σαφώς ανώτερο από το γράμμα του νόμου. Η κολλεκτιβιστική αυτή παράδοση δεν ευνοεί τις συνεχείς επινοήσεις/εφευρέσεις, αλλά την πολύ πλατιά και επιτυχή εφαρμογή τους, όταν με κάποιο τρόπο κτηθούν. Είναι προφανές ότι έτσι τίθενται δυο διαφορετικοί στόχοι. Στη Δύση, η μακροπρόθεσμη ευημερία των καταναλωτών από τον τεχνολογικό μετασχηματισμό και την άνοδο της παραγωγικότητας (και φυσικά, των κερδοσκοπικών επιχειρήσεων που αποτελούν τον πυρήνα του οικονομικού συστήματος)˙ στην Κίνα, η αυτάρκεια, η μακροπρόθεσμη ευημερία των παραγωγών και η σταθερότητα του πολιτικού συστήματος.

Ιστολόγιο γνώμης και πληροφόρησης

του Θεόδωρου Χ. Ντρίνια

Design a site like this with WordPress.com
Ξεκινήστε